ἀφαιρήσομεν

ἀφαιρήσομεν
ἀφαιρέω
take away from
aor subj act 1st pl (epic)
ἀφαιρέω
take away from
fut ind act 1st pl
ἀ̱φαιρήσομεν , ἀφαιρέω
take away from
futperf ind act 1st pl (doric aeolic)
ἀφαιρέω
take away from
aor subj act 1st pl (epic prose)
ἀφαιρέω
take away from
fut ind act 1st pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τήρηση — η /τήρησις, ήσεως, ΝΜΑ [τηρῶ (Ι)] 1. το να τηρεί κανείς κάτι, η διαφύλαξη με σεβασμό και η μη παράβαση ενός πράγματος, μιας αρχής, μιας παράδοσης (α. «η τήρηση τών νόμων» β. «ἡ ἀκροβυστία οὐδέν ἐστιν, ἀλλὰ τήρησις ἐντολῶν θεοῡ», ΚΔ γ. «φυλακὴ...… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”